Ξένη είμαι, παντού, πρόσφυγας, γιατί η πατρίδα μου έτυχε να είναι η Ελλάδα φίλε οι προπαππούδες μου ξεριζώθηκαν από τη Σμύρνη το 22, και εγώ είμαι η τρίτη γεννιά προσφύγων εδώ, στον Πειραιά, από μικρή ήξερα και ένιωθα ό,τι δεν ανήκω εδώ, δεν ανήκω πουθενά, απλά γούσταρα που υπάρχω, γούσταρα που υπάρχουμε εδώ, εδώ που μας φέρανε, δεν είμαστε από δω όμως. οι πρόσφυγες δεν είμαστε από πουθενά, είμαστε από παντού γιατί θα μπορούσαμε να βρεθούμε παντού.
Πως γίνεται ένας άνθρωπος να νιώσει τι σημαίνει να είσαι ξένος σαν πρόσφυγας αν δεν το έχει βιώσει; αν δεν έχει ζήσει τον ξεριζωμό; Κι όμως γίνεται, γίνεται αν έχεις ακούσει τις διηγήσεις και αν εκείνη την ώρα νιώσεις πως απλά τυχαίνει να βρίσκεσαι εκεί που είσαι ενώ θα μπορούσες να βρισκόσουν αλλού, οπουδήποτε, αυτή είναι η μαγεία, να μπορείς να το νιώσεις, να το νιώσεις βαθιά σαν να υπήρχει πάντα μέσα σου ακόμα κι αν δεν το ήξερες.
Και τώρα θα μου πεις πως είναι δυνατόν ο πρόσφυγας να είναι ρατσιστής, κάτι που είναι το λιγότερο ηλίθιο, δεν γίνεται να μισείς του ξένους όταν και εσύ είσαι ξένος, τι κι αν γεννήθηκες στην Ελλάδα; αυτό δεν λέει κάτι, δεν λέει τίποτα.. είσαι απλά ένας άνθρωπος που βρέθηκε εδώ, σαν σπόρος που τον μετέφερε ο αέρας και έτυχε να φυτρώσεις εδώ. Το μίσος βγαίνει στην επιφάνεια όταν ξεχάσεις πως είσαι άνθρωπος, όταν ξεχάσεις τις ρίζες που σε κρατάνε.
Ποτέ δεν μπορούσα να καταλάβω τον ρατσισμό, ποτέ δεν μπόρεσα να καταφέρω να φθονώ κάποιον επειδή είναι ξένος, ίσως επειδή πάντα είχα ένα σεβασμό στη προσφυγιά, ίσως πάλι επειδη οι δικοί μου με έμαθαν να αγαπώ και να σέβομαι το διαφορετικό, και να το βγάζω προς τα έξω να γίνω εγώ το διαφορετικό και να το μοιράζω, να μην μοιάζω με τίποτα και να θέλω το ίδιο για όλους.
Πραγματικά θα ήθελα να μπω στο μυαλό σου, εσένα.. εσένα που μισείς, θα ήθελα να σε καταλάβω εσένα πρόσφυγα του Πόντου, της Σμύρνης που ψήφισες Χρυσή Αυγή, δεν θέλω να πιστεύω πως είσαι απλά βλάκας, θέλω να πιστεύω πως είσαι ένας άχρηστος, ένας άνθρωπος που δεν τον έμαθαν να αγαπάει, που δεν τον δίδαξαν να νοιάζεται και να νιώθει, ένας καημένος είσαι που τρέφεσαι από τον πόνο του άλλου, δεν έχω τίποτα κοινό μαζί σου...
Και η φάση ξέρεις ποια είναι ε; Ότι ο ξένος, ο βρωμιάρης, ο άθλιος... ο εγκληματίας όπως τον αποκαλείς, μπορεί και αυτός να ξεριζώθηκε από τον τόπο του, μπορεί να έχασε ολόκληρη την οικογένεια του και να βρέθηκε μόνος, ούτε αυτός το διάλεξε να είναι εδώ, δεν έχει όμως άλλη επιλογή, και εγώ, και εσύ το ίδιο θα κάναμε φίλε, και μπορεί να έρθει γρήγορα η σειρά μας.
Είναι αστείο που μπαίνουμε στην διαδικασία να πούμε απλά το λογικό, να φωνάξουμε πως πρέπει να αγαπάμε τα πάντα και να νοιαζόμαστε, σίγουρα είναι δύσκολη η κατάσταση, αλλά όχι λόγω των ξένων, αυτό που ευθύνεται για όσα περνάς, είσαι εσύ μαλάκα, μόνο εσύ και οι επιλογές σου, η μετανάστευση είναι απλά μία μοναδική παράμετρος μόνο και μόνο για τον αριθμό των μεταναστών.. για κανένα άλλο λόγο...
Και ρε κουφάλα ξέρεις κάτι; όταν θα αποφασίσεις από ραγιάς να γίνεις κύριος του εαυτού σου και ξεσηκωθείς, ο μετανάστης, ο Αλβανός, ο Πακιστανός, ο Ρώσσος, ο Ρουμάνος και όποιας άλλης εθνικότητας θα σταθεί στο πλευρό σου και θα σε στηρίξει και μπορεί να πεθάνει για σένα, μπορεί να δώσει το αίμα του για να ζήσουν τα παιδιά σου καλύτερο αύριο, αλλά που να νιώσεις ρε τσουτσέκι; καημένε, δυστυχισμένε άνθρωπε, δούλε που βγάζεις το άχτι σου στον αδύναμο.
Σιχαίνομαι αλήθεια, σιχαίνομαι την κοινωνία που ζω.
Δεν ξέρω αν το κάνω μόνο εγώ, αλλά μου αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους και επειδή κυκλοφορώ πολύ, αυτό μου έχει γίνει ένα συνήθειο πια, μ αρέσει να παρατηρώ κάποιον και να προσπαθώ να δω μέσα σε αυτόν, να υποθέσω τι έχει περάσει και τι έχει βιώσει, ποτέ βέβαια δεν μπορείς να ξέρεις σίγουρα μόνο υποθέσεις κάνεις. Αυτό στο οποίο έχω καταλήξει με την όλη φάση είναι πως εκτός από την απάθεια και τον φθόνο για ό,τι διαφορετικό που μας δέρνει μας έχει περικυκλώσει η θλίψη.
μπορεί να γελάμε και να κάνουμε χαβαλε... αλλά όταν έρθουμε αντιμέτωποι με τη φάτσα μας στο καθρέφτη θα δούμε τα μάτια μας με μια θλίψη περίεργη, μια θλίψη που όταν πάει να βγει, ξαναμπαίνει μέσα, και δεν εκφράζεται, και αυτό ξέρεις τι σημαίνει ε; ντρεπόμαστε, ντρεπόμαστε για την πάρτη μας, ντρεπόμαστε που δεν κάνουμε τίποτα για να συμπονέσουμε τον άλλο, να πονέσουμε μαζί του να νιώσουμε αυτό που νιώθει, πάντα μένουμε στα όρια της ζωούλας μας και της πρόσκαιρης ευτυχίας μας.
Ρε ούτε να κλάψουμε δεν μπορούμε... όταν κλαις καταλαβαίνεις ότι είσαι άνθρωπος, ότι είσαι αδύναμος, ότι οι αντοχές σου στερεύουν.
Όταν δεν κλαις όμως; τι είσαι; όταν δεν βγαίνει ούτε ένα δάκρυ τι πάιζει;
θα σου πω εγώ τι παίζει.
Γινόμαστε ανθρωποειδή, χάνουμε την ανθρώπινη ταυτότητα μας.
Λένε πως ο φόβος σε κάνει ανθρώπινο γιατί σου θυμίζει πόσο ευάλωτος είσαι, αυτό σημαίνει πως πια δεν φοβόμαστε, μόνο μισούμε, και ο λόγος είναι πως δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, για αυτό δεν έχουμε κανένα φόβο δεν μας έμεινε κάτι για να προστατεύσουμε και να αγαπήσουμε, επιβίωση μόνο.
Εγώ δεν την θέλω την επιβίωση...
Και εσύ... εσύ βρωμάς ανθρωπίλα... φύγε...
Μαρία...